Ακυρες οι μονιμοποιήσεις συμβασιούχων στο Δημόσιο αποφάσισε ο Αρειος Πάγος – Ακόμα και αν καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες του οικείου φορέα που προέβη στην πρόσληψη.
Ακυρες οι μονιμοποιήσεις συμβασιούχων στο Δημόσιο
Διαδοχικές συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου συναπτόμενες με το Δημόσιο, τους οργανισμούς τοπικής αυτοδιοίκησης και τους λοιπούς φορείς του ευρύτερου δημόσιου τομέα, υπό την ισχύ των πιο πάνω διατάξεων του άρθρου 103 παρ. 7 και 8 του Συντάγματος (δηλαδή από την 17.04.2001 και εφεξής) δεν μπορούν, ούτε και με νόμο, να μετατραπούν σε συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας αόριστου χρόνου, έστω και αν καλύπτουν πάγιες και διαρκείς και όχι πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες ανάγκες του οικείου φορέα, που προέβη στην πρόσληψη.
Υπό προϋποθέσεις οι συμβασιούχοι που συνάπτουν διαδοχικές συμβάσεις ορισμένου χρόνου ή έργου αποκτούν το δικαίωμα, μετά τη λήξη ή την καταγγελία τους, να λάβουν τη νόμιμη αποζημίωση, ανάλογα με τα χρόνια προϋπηρεσίας τους.
Τα παραπάνω έχουν να κάνουν με όσα περιέχονται στην Απόφαση 146/2023 του Αρείου Πάγου, κατόπιν σχετικού αιτήματος που είχε υποβληθεί από εργαζόμενους που απασχολήθηκαν σε δημόσιο φορέα, με διαδοχικές συμβάσεις εργασίας ορισμένου χρόνου και διεκδίκησαν τη μονιμοποίησή τους.
Ουσιαστικά θεωρούνται άκυρες σύμφωνα με απόφαση, οι μονιμοποιήσεις συμβασιούχων στο Δημόσιο, στους ΟΤΑ και στα ΝΠΔΔ, και μάλιστα αναδρομικά από τον Απρίλιο του 2001, ακόμη και αν αυτοί καλύπτουν πάγιες ανάγκες.
Συγκεκριμένα
Πρόσληψη προσωπικού υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ
Καταδικαστέες είναι σύμφωνα με τον Αρειο Πάγο οι προσλήψεις που έγιναν χωρίς διαγωνισμούς, γιατί ευνοούν την αναξιοκρατία μιας και η συγκεκριμένη διαδικασία λειτουργεί σε βάρος άλλων πολιτών, οι οποίοι έχουν τα προσόντα για να προσληφθούν στον δημόσιο τομέα, αλλά στερούνται αυτήν τη δυνατότητα, επειδή υπήρχαν ανανεώσεις συμβάσεων ορισμένου χρόνου, ερήμην ΑΣΕΠ. Επίσης η πρόσληψη τακτικού προσωπικού με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου αορίστου χρόνου στον δημόσιο τομέα μπορεί να πραγματοποιηθεί με γραπτό διαγωνισμό ή με καθορισμένη σειρά προτεραιότητας, υπό την εποπτεία του ΑΣΕΠ.
Σύμφωνα με την Απόφαση 146/2023
Πότε προκύπτει σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου
Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 648, 649, 669 και 672 του Α.Κ. προκύπτει ότι σύμβαση εργασίας αορίστου χρόνου υπάρχει όταν οι συμβαλλόμενοι δεν έχουν συμφωνήσει ορισμένη διάρκεια για την παροχή της εργασίας, ούτε η χρονική αυτή διάρκεια συνάγεται από το είδος και το σκοπό της εργασίας. Αντίθετα, η σύμβαση εργασίας είναι ορισμένου χρόνου όταν συνομολογείται η διάρκεια αυτής μέχρι ορισμένο χρονικό σημείο ή μέχρι την επέλευση ορισμένου μέλλοντος και βεβαίου γεγονότος ή την εκτέλεση ορισμένου έργου, μετά την περάτωση του οποίου ή την επέλευση του βεβαίου γεγονότος ή του χρονικού σημείου παύει να ισχύει αυτοδικαίως. Επομένως, η διάρκεια της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι σαφώς καθορισμένη, είτε γιατί συμφωνήθηκε ρητά ή σιωπηρά, είτε γιατί προκύπτει από το είδος και το σκοπό της σύμβασης εργασίας. Χαρακτηριστικό της σύμβασης εργασίας ορισμένου χρόνου είναι ότι τα μέρη γνωρίζουν επακριβώς το χρονικό σημείο της λήξης της. Η σύμβαση αυτή, σύμφωνα με το άρθρο 669 παρ. 1 του Α.Κ., παύει αυτοδικαίως όταν λήξει ο χρόνος για τον οποίο συνομολογήθηκε, χωρίς να χρειάζεται καταγγελία της και καταβολή αποζημίωσης (Oλ. Α.Π. 19/2007, Α.Π. 330/2022, Α.Π. 217/2017, Α.Π. 104/2016, Α.Π. 509/2016).
Εξάλλου, το άρθρο 8 παρ. 1 εδ. β’ του ν. 2112/1920, όπως συμπληρώθηκε με το άρθρο 11 του α.ν. 547/1937, ορίζει ότι οι διατάξεις του νόμου αυτού περί υποχρεωτικής καταγγελίας της συμβάσεως εργασίας αορίστου χρόνου εφαρμόζονται και επί συμβάσεως εργασίας ορισμένου χρόνου, όταν ο σκοπός της διάρκειας αυτής δεν δικαιολογείται, αλλά τέθηκε σκοπίμως προς καταστρατήγηση των διατάξεων περί υποχρεωτικής καταγγελίας.
Η διάταξη αυτή αναφέρεται στην προστασία των εργαζομένων από τη μη τήρηση εκ μέρους του εργοδότη των τυπικών όρων, που επιβάλλει κατά την καταγγελία ο ν. 2112/1920 και αξιοποιήθηκε γενικότερα για τον ορθό νομικό χαρακτηρισμό των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας, ως ορισμένης ή αόριστης χρονικής διάρκειας, στις περιπτώσεις, ιδίως, των διαδοχικών συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, οι οποίες στην πραγματικότητα καλύπτουν πάγιες και διαρκείς και όχι πρόσκαιρες ή απρόβλεπτες ανάγκες του εργοδότη, οπότε ο καθορισμός της ορισμένης διάρκειας αυτών δεν δικαιολογείται από τη φύση ή το είδος ή το σκοπό της εργασίας και δεν υπαγορεύεται από ειδικό λόγο, που ανάγεται, κυρίως, στις ιδιαίτερες συνθήκες λειτουργίας της επιχείρησης, παρέχοντας μάλιστα πληρέστερη προστασία έναντι της μεταγενέστερης 1999/70 κοινοτικής Οδηγίας (Ολ. Α.Π. 7/2011).
Στην περίπτωση αυτή, ανακύπτει ακυρότητα των συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, ως προς τον καθορισμό ορισμένης χρονικής διάρκειας της σύμβασης εργασίας και θεωρείται ότι τότε καταρτίστηκε ενιαία σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αόριστου χρόνου, στην οποία δεν είναι δυνατή η απόλυση του εργαζομένου, χωρίς έγγραφη καταγγελία και καταβολή της νόμιμης αποζημίωσης (Ολ. Α.Π. 6/2022, Α.Π. 566/2022, Α.Π. 509/2016).
Η πρόθεση καταστρατήγησης τεκμαίρεται από το γεγονός ότι επιλέγεται η σύμβαση ορισμένου χρόνου, χωρίς να δικαιολογείται αντικειμενικά η ορισμένη διάρκεια αυτής από τη φύση της εργασίας ή τις λειτουργικές ανάγκες της επιχείρησης, απαιτείται, όμως, και η συνδρομή του υποκειμενικού στοιχείου, δηλαδή η ύπαρξη καταστρατηγητικής πρόθεσης από την πλευρά του εργοδότη, έστω και αν αυτή είναι από τη φύση της δυσαπόδεικτη.
Εξασφάλιση της αποζημίωσης απόλυσης
Σκοπός της διάταξης είναι η εξασφάλιση της αποζημίωσης απόλυσης, που καταβάλλεται στο μισθωτό, όταν αυτός απασχολείται με σχέση εργασίας αορίστου χρόνου και όχι η μονιμότητα, η οποία δεν προβλέπεται στις συμβάσεις εργασίας ιδιωτικού δικαίου, που διέπονται από το σύστημα της αναιτιώδους καταγγελίας της σύμβασης (Α.Π. 104/2022).
Εξάλλου, με τη διάταξη του άρθρου 21 παρ. 1 και 2 του Ν. 2190/1994, όπως αυτό ίσχυε πριν από την κατάργησή του με το άρθρο 61 παρ. 1α του ν. 4765/2021 (ΦΕΚ 6/15.01.2021, τ. Α’) και εφαρμόζεται στην παρούσα υπόθεση, ως του χρόνου λειτουργίας των ένδικων συμβάσεων εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, ορίστηκε ότι οι δημόσιες υπηρεσίες, τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου, οι οργανισμοί τοπικής αυτοδιοίκησης και γενικότερα τα νομικά πρόσωπα του δημόσιου τομέα, που αναφέρονται στο άρθρο 14 παρ. 1 του νόμου, επιτρέπεται να απασχολούν προσωπικό, με σύμβαση εργασίας ιδιωτικού δικαίου ορισμένου χρόνου, για αντιμετώπιση εποχιακών ή άλλων περιοδικών ή πρόσκαιρων αναγκών, με διάρκεια απασχόλησης, η οποία δεν μπορεί να υπερβαίνει τους οκτώ μήνες, μέσα σε συνολικό χρόνο δώδεκα μηνών, ενώ στις περιπτώσεις προσωρινής πρόσληψης προσωπικού, για αντιμετώπιση κατεπειγουσών αναγκών, λόγω απουσίας προσωπικού ή κένωσης θέσεων, η διάρκεια της απασχόλησης δεν μπορεί να υπερβαίνει τους τέσσερις μήνες για το ίδιο άτομο, χωρίς να επιτρέπεται εγκύρως παράταση ή σύναψη νέας σύμβασης, κατά το αυτό ημερολογιακό έτος ή μετατροπή αυτής σε σύμβαση αορίστου χρόνου….
Δείτε ολόκληρη την Απόφαση 146/2023 του Αρείου Πάγου
Δείτε επίσης
Πιερρακάκης-μόνιμοι διορισμοί 2024: Πιστεύω θα είμαστε σε θέση να ξεκινήσουμε άμεσα
Παρακαλούμε μην παραλείπετε να αναφέρετε το especial.gr ως πηγή, με ενεργό link προς τη διεύθυνση https://www.especial.gr/akires-oi-monimopoiiseis-simvasioyhon-sto-dimosio-apofasise-o-areios-pagos-as-kaliptoyn-pagies-kai-diarkeis-anages/ όταν αναδημοσιεύετε το περιεχόμενό μας.