Αναπλαισίωση ως εκπαιδευτικό εργαλείο: “Η συστημική σκέψη και η τεχνική της αναπλαισίωσης στην σχολική κοινότητα” – Αρθρο της Ελένης Μακαντάση – ΠΕ30 Κοινωνικών Λειτουργών- MsC.
Αναπλαισίωση ως εκπαιδευτικό εργαλείο
Ακολουθεί άρθρο με τίτλο “Η συστημική σκέψη και η τεχνική της αναπλαισίωσης στην σχολική κοινότητα” της Ελένης Μακαντάση – ΠΕ30 Κοινωνικών Λειτουργών– MsC.
“Η συστημική σκέψη και η τεχνική της αναπλαισίωσης στην σχολική κοινότητα”
Ελένη Μακαντάση
ΠΕ30 Κοινωνικών Λειτουργών- MsC
Συστημική προσέγγιση
Η συστημική προσέγγιση βασίζεται, κατά κύριο λόγο στην Γενική Θεωρία των Συστημάτων του Von Bertalanffy (1971). Πρόκειται για μία βιολογική θεωρία στην οποία υποστηρίζεται ότι όλοι οι οργανισμοί είναι συστήματα, τα οποία απαρτίζονται από υποσυστήματα, που με τη σειρά τους αποτελούν μέρος υπερσυστημάτων.
Ένα σύστημα, ορίζεται ως ένα σύνολο στοιχείων, τα οποία σχηματίζουν ένα διατεταγμένο σχετιζόμενο και λειτουργικό σύνολο. Τα στοιχεία αυτά πρέπει να είναι ικανά να εκπληρώνουν συγκεκριμένους στόχους, να ενεργοποιούνται και να φέρουν εις πέρας κάποιο σκοπό (Payne, 2000).
Τα συστήματα έχουν όρια και είναι αυτοσυντηρούμενα (Σταλίκας, 2005). Ο άνθρωπος, είναι μέρος μιας κοινωνίας και αποτελείται από βασικές λειτουργικές μονάδες, αλληλοεξαρτάται και αλληλεπιδρά με άλλους ανθρώπους (άλλα υποσυστήματα) αλλά και με υπερσυστήματα (κοινότητα, κοινωνία). Η θεωρία αυτή εφαρμόζεται σε κοινωνικά συστήματα, όπως οι ομάδες, οι οικογένειες και οι κοινωνίες, καθώς επίσης και σε βιολογικά συστήματα (Payne, 2000).
Η συστημική άποψη δίνει έμφαση στη θεώρηση των προβληματικών συμπεριφορών πέρα από την αυτοαντίληψη του ατόμου, εφόσον τις θεωρεί ως πολύπλοκες και σχετιζόμενες με άλλα υποσυστήματα. Θεωρεί ως βασικές τις έννοιες της ολότητα, της σχέση και της ομοιόσταση. Κατά την συστιμική θεωρία κανένα σύστημα δεν μπορεί να κατανοηθεί επαρκώς ή να διερευνηθεί ολοκληρωμένα εάν δεν έχει διασπαστεί από τα μέρη που το αποτελούν (Roberts, 1990).
Η έννοια της σχέσης στη συστημική θεωρία εστιάζει στο γεγονός ότι ο τρόπος και η δομή (structure) των στοιχείων ενός συστήματος είναι τόσο σημαντικά όσο και τα ίδια τα στοιχεία που το απαρτίζουν (Δημοπούλου – Λαγωνίκα, 2006).
Η ομοιόσταση (homeostasis) επίσης εστιάζει στο γεγονός ότι όλα τα ζωντανά συστήματα επιζητούν τη διατήρηση ισορροπίας ώστε να διαφυλάξουν το σύστημα. Είναι σημαντικό να αναφερθεί ότι οι περισσότερες συστημικές παρεμβάσεις σχεδιάζονται με γνώμονα την υπόθεση, ότι ένα σύστημα δεν αλλάζει εάν δεν αλλάξει το άτομο, και το άτομο δεν αλλάζει εάν δεν αλλάξει το σύστημα στο οποίο είναι μέρος. Αυτό σημαίνει ότι δεν μπορεί να γίνει διάκριση μεταξύ των μερών ενός συστήματος, καθώς κάθε μέρος επηρεάζει το άλλο και η αλλαγή του ενός επηρεάζει και τα υπόλοιπα (Δημοπούλου – Λαγωνίκα, 2006).
Σημαντικό και ανυπόστατο κομμάτι στην συστημική σκέψη αποτελεί η «κυκλική αιτιότητα», που εστιάζει στο «σύνολο» (σύστημα) του οποίου τα μέρη δεν είναι δυνατόν να γίνουν κατανοητά παρά ως επιμέρους λειτουργίες του (Κανδυλάκη, 2001) σε αντίθεση με την «γραμμική αιτιότητα» που μελετά αίτιο αποτέλεσμα.
Το σχολείο ως ένα σημαντικό σύστημα του παιδιού.
Σύμφωνα με την συστημική προσέγγιση, ένα παιδί, είναι μέρος του οικογενειακού, του σχολικού αλλά και του κοινωνικού περίγυρου μέσα στο οποίο εμφανίζεται και αλληλεπιδρά, οπότε οι συμπεριφορές που αναπτύσσει είναι σε άμεση αλληλεξάρτηση με αυτά. Σύμφωνα με την παραπάνω παραδοχή με αυτό τον τρόπο διερευνούμε και εξετάζουμε και τις προβληματικές συμπεριφορές που μπορεί να αναπτύξει το παιδί- μαθητής, αλλά και το κατά πόσο τα παραπάνω συστήματα είναι λειτουργικά ή όχι καθώς και το κατά πόσο επηρεάζουν την δυσλειτουργική συμπεριφορά του. Για τον λόγο αυτό μιλάμε συνήθως για προβληματικές καταστάσεις και όχι για προβληματικά παιδιά. Διερευνώντας τα πλαίσια που αφορούν τον μαθητή έχουμε την δυνατότητα να διαπιστώσουμε ότι τα προβλήματα παρουσιάζουν τα παιδιά, στις περισσότερες των περιπτώσεων, σχετίζονται με την κατάσταση που επικρατεί μέσα στην οικογένεια, στη σχολική μονάδα ή στη σχολική τάξη και στο ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο.
Είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι ένα παιδί, συχνά συμπεριφέρεται διαφορετικά (π.χ. πιο ήπια ή πιο έντονα) ανάλογα με τις συμπεριφορές, στάσεις, αντιλήψεις επηρεασμένο από τα άλλα μέλη των παραπάνω συστημάτων με τα οποία αλληλεπιδρά και σχετίζεται. Από το παραπάνω προκύπτει ότι, μια συμπεριφορά προβληματίζει, όταν εμφανίζεται σε περισσότερα από ένα υποσύστημα λειτουργίας του παιδιού και αυτό πάντα πρέπει να είναι υπό διερεύνηση. Γι’ αυτό στο πλαίσιο του σχολείου, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι η σχέση σχολείου οικογένειας αλλά και η σχέση που αναπτύσσει ο εκπαιδευτικός με όλο το υποσύστημα της τάξης (σχέση συνομηλίκων) είναι από τις βασικές αρχές τις εκπαιδευτικής διαδικασίας και μας δίνει την δυνατότητα να έχουμε πληροφορίες ώστε να κατανοήσουμε, να συναισθανθούμε και να υποστηρίξουμε τον κάθε μαθητή. Η εξέταση του συστήματος λειτουργίας του παιδιού, πολλές φορές, διευκολύνει και την αξιολόγηση σε περίπτωση μαθησιακών ή συμπεριφορικών δυσκολιών. Για παράδειγμα, η έντονη ενασχόληση ενός μαθητή με το διαδίκτυο κατά τον ελεύθερο χρόνο στο σπίτι, μπορεί να οδηγεί σε διασπαστικές συμπεριφορές, αν αυτές διερευνηθούν στο οικογενειακό πλαίσιο θα προκύψουν δεδομένα και θα μπορέσει να πραγματοποιηθεί συμβουλευτική υποστήριξη στους γονείς που θα σχετίζεται π.χ. με τα όρια και την αξιοποίηση του ελευθέρου χρόνου του μαθητή στο σπίτι. Αυτό μπορεί να επιφέρει ως αντίκτυπο την μείωση των διασπαστικών συμπεριφορών στο σχολείο.
Αν η συμπεριφορά του μαθητή, εμφανίζεται σε ένα και μόνο σύστημα (π.χ. στην τάξη του) ίσως θα πρέπει να εξεταστεί η λειτουργία του συγκεκριμένου συστήματος σε σχέση με το παιδί και να διερευνηθούν οι προσδοκίες, οι απαιτήσεις και η λειτουργία των εκπαιδευτικών και της ομάδας των συνομηλίκων της τάξης και του σχολείου γενικότερα.
Η σχολική μονάδα και η σχολική τάξη αποτελούν τα πιο συνήθη παραδείγματα συστημάτων στα οποία οι μαθητές αλληλοεξαρτώνται και αλληλεπιδρούν. Αξίζει να σημειωθεί ότι στην συστημική προσέγγιση παίζει σημαντικό ρόλο και το μέρος- χώρος (δομή), δηλαδή ο διάκοσμος, τα αντικείμενα, τα οποία επηρεάζουν την ατμόσφαιρα και το γενικότερο ψυχολογικό κλίμα στην οποία βρίσκεται ο μαθητής, έτσι μπορεί μια αναδόμηση των παραπάνω να επιφέρει μετατόπιση και σε κάποιες συμπεριφορές.
Ανακεφαλαιώνοντας, σε κάθε περίπτωση η αξιολόγηση και η παρέμβαση σχετικά με μια συμπεριφορά προτείνεται να γίνεται πολυεπίπεδα, εμπλέκοντας το σύνολο των συστημάτων λειτουργίας του παιδιού. Σε αυτές τις διαδικασίες είναι ανάγκη να γίνεται προσπάθεια να δοθούν απαντήσεις στις ερωτήσεις: ποιος, τι, πώς, πού, πότε, πόσο, ποιοι άλλοι, τι άλλο …;8
Η τεχνική της αναπλαισίωσης στην εκπαιδευτική διαδικασία.
Ο Fontana (1996), θέλοντας, να υπογραμμίσει τη σημασία του συστήματος της τάξης στην αξιολόγηση μιας συμπεριφοράς, θεωρεί ως προβληματική, αυτή τη συμπεριφορά που κρίνεται μη αποδεκτή από τον εκπαιδευτικό. Η συστημική προσέγγιση για την αντιμετώπιση προβλημάτων στη συμπεριφορά στηρίζεται στην άποψη ότι η εν λόγω συμπεριφορά ενός παιδιού αποτελεί μέρος του κοινωνικού πλαισίου μέσα στο οποίο εμφανίζεται και όχι κάτι που δεν σχετίζεται με αυτό. Οπότε για να υπάρξει μείωση του προβλήματος ή επίλυση του, θα είναι χρήσιμο να ερευνηθεί, να ανασχηματιστεί, να μετατοπιστεί, ή να αλλάξει το πλαίσιο για να παρατηρηθεί και αλλαγή της προβληματικής στάσης. Η τεχνική της αναπλαισίωσης περιλαμβάνει διάφορες επιμέρους μεθόδους, καθεμιά από τις οποίες εστιάζει σε διαφορετικά σημεία της συμπεριφοράς του μαθητή, τα οποία και αξιοποιεί.
Στο παράδειγμα μιας σχολικής τάξης και στην παρουσία μιας δυσκολεμένης συμπεριφοράς μαθητή/ μαθητών θα μπορούσαμε να αναφέρουμε το εξής, όταν κάποιος εκπαιδευτικός χειρίζεται συνεχώς μια προβληματική στάση με τον ίδιο τρόπο, για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς να καταφέρει να την τροποποιήσει αποτελεσματικά, τότε αυτό σημαίνει ότι η συγκεκριμένη αντίδραση έχει γίνει πλέον αναπόσπαστο μέρος της προβληματικής κατάστασης, την οποία πιθανότατα και με αυτό τον τρόπο επιδεινώνεται. Σ’ αυτή την περίπτωση, σύμφωνα με την συστημική θεωρία και την τεχνική της αναπλαισίωσης για την διαχείριση της προβληματικής συμπεριφοράς, προτείνονται δύο δυνατοί τρόποι δράσης:
1) Να γίνει μια προσπάθεια ώστε να υπάρξουν καινούρια πιθανά νοήματα, νέες αφηγήσεις και ερμηνείες της συμπεριφοράς που μας προβληματίζει.
2) Βάση των καινούριων κατασκευών, να αλλάξει η συμπεριφορά και η στάση του εκπαιδευτικού απέναντι στην προβληματική συμπεριφορά του μαθητή.
Η επανεξέταση της στάσης, του νοήματος, της ερμηνείας που μπορεί να αποδοθεί σε μια προβληματική συμπεριφορά είναι εξαιρετικά σημαντική εφόσον η αντίδραση στη συγκεκριμένη κατάσταση εξαρτάται όχι μόνο από την ίδια την κατάσταση, αλλά κυρίως από τον τρόπο με τον οποίο εμείς την ερμηνεύουμε ή από την οπτική γωνία την οποία τη βλέπουμε. Κατά συνέπεια, αν αλλάξει η ερμηνεία ή η οπτική γωνία, το νόημα αλλά και η αφήγηση την οποία ένα άτομο/ εκπαιδευτικός προσεγγίζει τη συγκεκριμένη συμπεριφορά, θα επηρεαστεί η προσέγγιση και οπτική γωνία κάθε άλλου ατόμου που βρίσκεται στο ίδιο σύστημα. Θα ήταν χρήσιμη η αναζήτηση εναλλακτικών οπτικών ερμηνειών, νοημάτων και αφηγήσεων να γίνεται χωρίς προκαταλήψεις και φόβο και με στόχο την προσέγγιση της ψυχοσυναισθηματικής κατάστασης (σκέψεις και συναισθήματα) που βιώνει ο μαθητής\ μαθητές κατά την συγκεκριμένη χρονική στιγμή αλλά και την ενδυνάμωση θετικών συμπεριφορών που υπάρχουν.
Κάθε προβληματική συμπεριφορά ούτως ή άλλως μπορεί να έχει περισσότερες από μία ερμηνείες, οι οποίες είναι δυνατόν να είναι ταυτόχρονα αληθινές στην συγκεκριμένη χρονική στιγμή καθώς επίσης είναι αδύνατο ένας μαθητής να μην έχει μια σειρά από θετικά σημεία που δεν σχετίζονται με την προβληματική συμπεριφορά. Επιπλέον, εκείνο που είναι σημαντικό, είναι η ενίσχυση θετικών συμπεριφορών που μπορεί να σχετίζονται με την διαχείριση της προβληματικής ώστε οι αντιδράσεις που απορρέουν από αυτή να βοηθήσουν αποτελεσματικά στην αντιμετώπιση του συγκεκριμένου προβλήματος και να οδηγήσουν σε μια νέα κατασκευή που θα επηρεάζει τις σκέψεις αλλά και θα δημιουργεί ένα καινούριο συναίσθημα. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί κυρίως με την αφήγηση των γεγονότων στην οποία μπορεί εστιάζοντας σε άλλους παράγοντες ή σε άλλες θετικές συμπεριφορές που δεν σχετίζονται με την προβληματική, ακόμη και να την μεταβάλλει. Στην αναπλαισίωση θα μπορούσαν να συνεισφέρουν και οι δομικές αλλαγές που μπορούν να πραγματοποιηθούν μέσα σε μια σχολική τάξη όπως για παράδειγμα η αλλαγή διάταξης των θρανίων, σχηματισμός μικρών ομάδων, η αλλαγή χρώματος της τάξης.
Δουλεύοντας σε μια σχολική τάξη με μια προβληματική συμπεριφορά ενός η περισσότερων μαθητών, χρησιμοποιώντας την τεχνική της αναπλαισίωσης μπορούμε να παρέμβουμε δημιουργώντας αλλαγές στα εξής υποσυστήματα:
- Στην οικογένεια αρχικά μπορούμε διερευνώντας τους παράγοντες που μπορεί να οδηγούν σε αυτή την συμπεριφορά και στην περίπτωση που προκύψουν να κατανοηθούν ώστε να υπάρξει αποδοχή αυτών, πιθανή επίλυση, ενδυνάμωση για ενεργοποίηση ή ακόμα και διευθέτηση όταν οι παράγοντες αφορούν το ευρύτερο σύστημα. Με αυτούς τους τρόπους (κατανόηση, αποδοχή και κινητοποίηση) θα μπορέσουμε να εστιάσουμε στις θετικές δυναμικές των μελών και των σχέσεων που δημιουργούνται, στην ανάπτυξη των υγιών ορίων αλλά και την ανάπτυξη ή την ενδυνάμωση του ήδη υπάρχοντος αξιακού συστήματος της οικογένειας με αποτέλεσμα να επέλθει η επιθυμητή μετατόπιση.
- Στο σχολικό πλαίσιο θα ήταν χρήσιμη η προσωπική αποτίμηση της εκπαιδευτικής τακτικής του κάθε εκπαιδευτικού και η εστίαση στις καλές πρακτικές που μπορούν να συμβάλλουν στην μείωση της προβληματικής συμπεριφοράς και όχι τόσο στο γεγονός του πως η συγκεκριμένη τακτική την συγκεκριμένη χρονική στιγμή μπορεί να επηρεάζει την δυσλειτουργία. Καλές πρακτικές στην εκπαιδευτική διαδικασία μπορούν να αποτελέσουν, η ομαδοσυνεργατική δραστηριότητα, ο δημοκρατικός διάλογος, η ενδυνάμωση της κριτικής σκέψης, ο δημιουργικός αναστοχασμός, η χρήση της τέχνης ως μέσω εκτόνωσης και έκφρασης συναισθημάτων.
- Στην ομάδα συνομηλίκων, είναι σημαντική η ενδυνάμωση της αναγνώρισης και έκφρασης του συναισθήματος, η τόνωση της αυτοεκτίμησης και της αυταγάπης, αλλά και της σύναψης υγιών σχέσεων. Σύμφωνα με την τεχνική της αναπλαισίωσης, αν μετατοπιστούν οι παραπάνω δύο παράγοντες θα υπάρξει και εμφανή αλλαγή η οποία θα είναι διακριτή και στην ομάδα συνομηλίκων.
Η συστημική σκέψη και ειδικότερα η τεχνική της αναπλαισίωσης θα ήταν σημαντικά χρήσιμη για την σχολική κοινότητα και την διαχείριση μιας σχολικής τάξης και ως προς το σύνολο αλλά και επιμέρους. Είναι εξαιρετικά σημαντικό οι μαθητές στην χρονική περίοδο που ζούμε να καλλιεργούν τέτοιες πρακτικές ώστε να αναπτύσσουν δεξιότητες, διαφορετικών ερμηνειών και αφηγήσεων για να μπορέσει να ενδυναμωθεί η ψυχική τους ανθεκτικότητα. Τα παιδιά αλλά και οι ενήλικες, θα ήταν επίσης σημαντικό να αντιληφθούμε ότι δεν υπάρχει μόνο μια πλευρά στην ροή των πραγμάτων, οι οπτικές και οι ερμηνείες είναι πολλές όπως και οι αλλαγές και οι μετατοπίσεις που θα αντιμετωπίσουμε στην διάρκεια της ζωής μας. Είναι κοινώς αποδεκτό ότι ανάμεσα στο άσπρο και το μαύρο υπάρχουν μια σειρά άλλες αποχρώσεις. Ας προετοιμαστούμε και ας προετοιμάσουμε τα παιδιά να μπορούν να τις διακρίνουν.
Βιβλιογραφία
Ελληνόγλωσση
Δεκλερής, Μ. (1986). Συστημική Θεωρία. Αθήνα: Σάκκουλα
Δημοπούλου- Λαγωνίκα, Μ. και άλλοι (2006). Μεθοδολογία Κοινωνικής Εργασίας, Μοντέλα Παρεμβάσεις, από την ατομική στην γενική ολιστική προσέγγιση. Αθηνά.: Ελληνικά Γράμματα
Κανδυλάκη, Α. (2001). Η συμβουλευτική στην κοινωνική εργασία. Δεξιότητες επικοινωνίας και τεχνικές παρέμβασης. Αθήνα: Σύγχρονες Ακαδημαϊκές και Επιστημονικές Εκδόσεις
Μαλικιώση-Λοΐζου, Μ. (2001). Η συμβουλευτική ψυχολογία στην εκπαίδευση (Από τη θεωρία στην πράξη). Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Σταλίκας, Α. (2005). Μέθοδοι έρευνας στην ψυχολογία. Α΄ έκδοση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Χρηστάκης, Κ. (2012). Το παιδί και ο έφηβος στην Οικογένεια και στο Σχολείο. Αθήνα: Γρηγόρης
Χατζηχρήστου, Χ., Βαΐτση, Α., Βασσάρα, Β., Δημητροπούλου, Π., Κατή, Α., Κωνσταντίνου, Ε., Λαμπροπούλου, Α., Λυκιτσάκου, Κ., Μπακοπούλου, Α., Λυμπεροπούλου, Χ., Γιαβρίμης, Π., & Μπουμπούσης, Γ. (2008). Κοινωνική και συναισθηματική αγωγή στο σχολείο. Πρόγραμμα προαγωγής της ψυχικής υγείας και της μάθησης: Εκπαιδευτικό υλικό για εκπαιδευτικούς και μαθητές προσχολικής και πρώτης σχολικής ηλικίας. Θεωρητικό πλαίσιο και δραστηριότητες. Αθήνα: Τυπωθήτω.
Xρυσαφίδη, Κ. (2000). «Εισαγωγικό σημείωμα: Η σημασία της επικοινωνίας στο σχολείο». Στο: Friedrich, H Επικοινωνία στο νηπιαγωγείο. Αθήνα, εκδ. Γιώργος Δάρδανος, σελ.11-28.
Βιβλιογραφία
Ξενόγλωσση
Bertalanffy, L., von (1968). General System Theory. NY: George Brazilier
Bateson, G. (1971). Communication. The Natural History of an Interview. Στο: Winkin, Y. (1993). Επικοινωνία. Θεσσαλονίκη, εκδ. Μάγια, σ. 103-128.
Molnar R., & Lindquist, (1993). Προβλήματα συμπεριφοράς στο σχολείο: Οικοσυστημική προσέγγιση. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα.
Fontana, D. (1996). Ψυχολογία για Εκπαιδευτικούς. Αθήνα: Σαββάλας
Payne, M. (2000). Σύγχρονη θεωρία της Κοινωνικής Εργασίας. Επιμ. Θ. Καλλινικάκη. Αθήνα: Ελληνικά Γράμματα
Δείτε επίσης
Κοινωνικός Λειτουργός-ΕΔΥ: Ο ρόλος, οι δεξιότητες και οι στρατηγικές παρέμβασης στη Γενική Παιδεία
Κακοποίηση-παραμέληση ανηλίκων: Οδηγός για Κοινωνικούς Λειτουργούς στην Εκπαίδευση
Καθηκοντολόγια ΕΕΠ-ΕΒΠ σε ΣΜΕΑΕ-ΚΕΔΑΣΥ-ΕΔΥ-ΕΠΑΛ-Γενικά σχολεία | Νομοθεσία
Οδηγός ΕΒΠ στην εκπαίδευση από την ΠΟΣΕΕΠΕΑ
Παρακαλούμε μην παραλείπετε να αναφέρετε το especial.gr ως πηγή, με ενεργό link προς τη διεύθυνση https://www.especial.gr/anaplaisiosi-os-ekpaideytiko-ergaleio-sti-sholiki-koinotita-arthro/ όταν αναδημοσιεύετε το περιεχόμενό μας.